28 Σεπτεμβρίου 2015

Η πραγματική ανατροπή στην εκπαίδευση

*του Κώστα Ανθόπουλου μέλους Δ.Σ. Α συλλόγου εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης

Η εμπειρία των εκλογικών αναμετρήσεων τα τελευταία χρόνια δείχνει ότι οι ηγεσίες των πολιτικών κομμάτων προκειμένου να επηρεάσουν τους πολίτες, κατόπιν κατευθύνσεων ειδικών επικοινωνιολόγων, εμπλουτίζουν τον πολιτικό  τους λόγο με φρασεολογία ιδιαίτερα φορτισμένη,έτσι ώστε να καθίσταται πιο αποτελεσματική η προεκλογική καμπάνια.


Διαπιστώνεται ότι λέξεις όπως  «αλλαγή»,«ελπίδα», «ευημερία», «σταθερότητα», «ανατροπή»ολοένα και περισσότερο αξιοποιούνται στην παραπάνω κατεύθυνση. Όμως σε ορισμένες περιπτώσεις η κυβερνητική θητεία και πράξη κάθε άλλο παρά δικαιώνει και βρίσκεται σε αναντιστοιχία με την πραγματική σημασία και το νόημα αυτών των λέξεων. Το παράδειγμα της εκπαιδευτικής πολιτικής είναι το πιο χαρακτηριστικό. Και αυτό γιατί μετεκλογικά,θέσεις , προτάσεις και μέτρα  για  ποικίλα ζητήματα και προβλήματα του εκπαιδευτικού μας συστήματος αποτελούν περισσότερο θεωρητική εξαγγελία και λιγότερο καθημερινή πράξη,αφού για ποικίλους λόγους δε γίνεται δυνατή η υλοποίησή τους με άμεση συνέπεια την αναξιοπιστία και επιβεβαίωση της κρίσης της πολιτικής και των πολιτικών.

Με βάση όλα τα παραπάνω προκύπτει εύλογα το ερώτημα«με ποια μέτρα και διαδικασίες σηματοδοτείται η πραγματική ανατροπή στην εκπαίδευση και η έξοδος από τη σημερινή κρίση από την οποία δοκιμάζεται το εκπαιδευτικό μας σύστημα;

Στην υλοποίηση της  παραπάνω κατεύθυνσης είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε η εφαρμογή μιας σειράς από μέτρα, όπως:
·    Η ορθολογική διαχείριση του εκπαιδευτικού προσωπικού με σαφή χρονοδιαγράμματα σε σχέση με τις υπηρεσιακές μεταβολές (αποσπάσεις,διορισμούς εκπαιδευτικών, προσλήψεις αναπληρωτών) έτσι ώστε να επιτυγχάνεται το αυτονόητο με την έναρξη κάθε νέας σχολικής χρονιάς.
·      Η υλοποίηση προγραμμάτων ενδοσχολικής επιμόρφωσης,  η οποία πρέπει να συνδέεται άμεσα με όλες τις πτυχές του εκπαιδευτικού έργου στη σχολική μονάδα με ειδική χρηματοδότηση και παροχή κινήτρων για να επιτυγχάνεται η αναβάθμιση της ποιότητας και της μάθησης στο σχολείο.
·         Η θεσμοθέτηση της διοικητικής αυτοτέλειας της σχολικής μονάδας και της δυνατότητας διαμόρφωσης του 20% και πλέον του ωρολογίου προγράμματος από αυτήν, με βάση τις ιδιαιτερότητες (κοινωνικές και παιδαγωγικές) της τοπικής κοινωνίας και της σύνθεσης του μαθητικού δυναμικού.
·      Ο ριζικός μετασχηματισμός του ρόλου του Υπουργείου Παιδείας ως στρατηγείου εκπαιδευτικής πολιτικής σε συνδυασμό με την άμβλυνση του συγκεντρωτικού και γραφειοκρατικού του χαρακτήρα.
·      Η ενίσχυση των περιφερειακών εκπαιδευτικών θεσμών με αυξημένες αρμοδιότητες που θα συνοδεύονται όμως και από ανάλογη οικονομική υποστήριξη, για να είναι δυνατή και η ουσιαστική ενεργοποίηση των τοπικών κοινωνικών φορέων στα θέματα της εκπαίδευσης.
·    Πρόσληψη ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών για την ψυχοκοινωνική στήριξη των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας.

·        Η διαρκής ψυχοπαιδαγωγική εκπαίδευση, κατάρτιση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.