30 Απριλίου 2015

Επιζών του Νταχάου θυμάται έπειτα από 70 έτη

Ο Κλεμάν Καντέν είχε χάσει κάθε ελπίδα και απλά περίμενε να πεθάνει όταν οι αμερικανικές δυνάμεις απελευθέρωσαν το ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου στις 29/4/1945. Οπως διηγείται ο παλαίμαχος Γάλλος αντιστασιακός: «όταν έφτασαν οι Αμερικανοί στρατιώτες δεν ήμασταν πλέον ανθρώπινα όντα, σχεδόν είχαμε μετατραπεί σε ζώα». Ο Καντέν παρέμεινε επί δέκα μήνες στο Νταχάου. Την Κυριακή, παρά την εύθραυστη κατάσταση της υγείας του, θα κάνει το ταξίδι της επιστροφής στο ναζιστικό στρατόπεδο, μαζί με τον γιο του, προκειμένου να παραστεί στις εορτές μνήμης για τη συμπλήρωση 70 ετών από την απελευθέρωση του στρατοπέδου. Παρούσα θα είναι και η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ.

Ωστόσο, δεν είναι η πρώτη φορά που επιστρέφει στο Νταχάου αλλά σίγουρα θα ξαναξυπνήσουν οι φρικτές μνήμες των τελευταίων ημερών προτού απελευθερωθεί το στρατόπεδο, όταν τα πτώματα σχημάτιζαν πανύψηλους σωρούς και η περιοχή απέπνεε τη μυρωδιά του θανάτου.

«Εγώ ήμουν κρατούμενος στο μπλοκ 5, αυτό που ήταν για τους αναπήρους. Στην πραγματικότητα απλά περίμενα να πεθάνω» εξηγεί ο Καντέν, ο οποίος σήμερα ζει στη δυτική Γαλλία .«Ζύγιζα περίπου 30 κιλά.

Κάποιες φορές τρώγαμε από τα μπολ όπου είχαμε κάνει την ανάγκη μας. Δεν υπήρχε καμία έννοια υγιεινής, απλά μας εγκατέλειψαν να πεθάνουμε μόνοι μας επειδή δεν είχαμε πλέον καμία χρησιμότητα».

Στη μνήμη του έχει χαραχτεί πολύ καλά η ημέρα της απελευθέρωσης. «Γύρω στις 4 μ.μ. ακούσαμε ζητωκραυγές και φωνές και ξαφνικά είδαμε τους Αμερικανούς στρατιώτες να περνούν μπροστά από το μπλοκ μας.
Είχαν ρίξει τον φράκτη». Αρρωστος και μισοπεθαμένος από την πείνα, κατάφερε να συρθεί ώς την πόρτα του μπλοκ. «Είδα κόσμο στην πρώτη υπερυψωμένη σκοπιά και κάποιον να χτυπάει με ένα ξύλο κάποιους άλλους. Αργότερα έμαθα ότι πάνω βρίσκονταν τα Ες Ες και τους χτυπούσαν οι κρατούμενοι».

Το απόγευμα της 29ης Απριλίου 1945, χιλιάδες Εβραίοι, κομμουνιστές και πολιτικοί κρατούμενοι περιφερόντουσαν μέσα στο στρατόπεδο. Ο Καντέν συνάντησε τυχαία τον επικεφαλής της αντιστασιακής ομάδας στην οποία ανήκε. «Του φώναξα “Ερνεστ, Ερνεστ” και αυτός γύρισε και μου είπε: “Ποιος είσαστε; Δεν σας γνωρίζω”; “Εγώ είμαι, ο Κλεμάν Καντέν” του απάντησα, αυτός όμως επέμεινε: “Κι όμως δεν σε αναγνωρίζω. Τι σου έκαναν; τι σου έκαναν». Τα Ες Ες υπέβαλλαν τον Καντέν σε ιατρικά πειράματα και του μετέδωσαν φυματίωση. «Υπήρξα ένα ανθρώπινο ινδικό χοιρίδιο, ένα πειραματόζωο. Πίστευα ότι θα πεθάνω τις επόμενες ημέρες, τους επόμενους μήνες. Κι όμως, απελευθερωθήκαμε» λέει σήμερα. Τελικά εγκατέλειψε το Νταχάου με μία αμερικανική αυτοκινητοπομπή, η οποία τον μετέφερε στη Γαλλία όπου νοσηλεύτηκε επί 11 μήνες.

Είκοσι χρόνια αργότερα, όταν επέστρεψε και πάλι στο Νταχάου για πρώτη φορά, με τη γυναίκα του και τα παιδιά του δεν του επιτράπηκε να εισέλθει στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, το οποίο εκείνη την εποχή δεν εθεωρείτο δημόσιο μνημείο. Κι έπειτα σιωπή. Επί 30 χρόνια δεν ξαναμίλησε για όλα αυτά που έζησε στο Νταχάου. Κάθε βράδυ ξαναζούσε τη φρίκη. «Ακόμα και σήμερα υπάρχουν στον τοίχο δίπλα στο κρεβάτι μου σημάδια από τις νυχιές μου. Χρειάστηκε να περάσουν 28 χρόνια για να συνέλθω».

Εκτοτε συνηθίζει να συμμετέχει στις γιορτές μνήμης. «Κάθε φορά, όμως, που περνώ από το μπλοκ 5, όπου ήμουν κρατούμενος, κλαίω» καταλήγει.
 PHGH
Έντυπη